Παρασκευή 29 Ιανουαρίου, στις 23.00, ΕΡΤ1
Η Μαριώ έκανε στη ζωή της πάντα αυτό που ήθελε, αυτό που πίστευε και αυτό που αγαπούσε, όπως συμβαίνει με τις αυθεντικές ρεμπέτισσες. Πολλές οι δύσκολες στιγμές που έζησε. Δεν σταμάτησε, όμως, ποτέ να αγαπά το τραγούδι που μαζί με την οικογένειά της έχουν την πρώτη θέση στην καρδιά της. Περιγράφει όσα έζησε και αντιμετώπισε από τότε που ξεκίνησε να τραγουδά, μικρό κορίτσι μόλις δεκατριών χρόνων, παίζοντας ακορντεόν δίπλα στον πατέρα της. Θυμάται τους αγώνες που έδωσε αργότερα, τις δύσκολες αποφάσεις που πήρε, αλλά και πώς κατάφερε να τα βγάλει πέρα: «Θεωρούσαν ότι μια γυναίκα που είχε ανέβει στο πάλκο και τραγουδούσε σε ταβέρνες, σε έναν χώρο ανδροκρατούμενο, ανήκε στην κατηγορία των ‘ελαφρών ηθών’. Τόλμησαν αυτές οι γυναίκες, όπως τόλμησα κι εγώ. Πέρασα πάρα πολύ άσχημα. Έβγαινα στον δρόμο κι επειδή ήξεραν ότι τραγουδάω και παίζω ακορντεόν, άλλαζαν πεζοδρόμιο γιατί δεν ήθελαν ούτε το θρόισμα του αέρα μου δίπλα τους. Το φαντάζεστε αυτό το πράγμα; Περνάει η ντιζέζ! Και έφευγαν όλες. Κρυβόντουσαν…».
Δύσκολη και τολμηρή η απόφαση που πήρε η Μαριώ, να αποκτήσει ένα παιδί χωρίς να έχει παντρευτεί: «Το επάγγελμά μου ήταν εκείνη την στιγμή η καταστροφή μου, συναισθηματικά το λέω. Εκείνο ήταν που δεν άφησε αυτόν τον άνθρωπο να τον πάρω και να κάνω την οικογένεια που ήθελα. Όμως, ο Θεός μου χάρισε ένα παιδί από αυτόν. Ποτέ δεν τον ξαναείδα. Και δεν μετάνιωσα. ‘Ύστερα γνώρισα τον άντρα μου, κάναμε κι έναν γιο. Τα παιδιά μου, είναι δικά μου. Είναι σπλάχνα μου και έχω υποχρέωση να τα αγαπώ και να τα προστατεύω».
Ακόμα, μιλά για τα αγαπημένα της εγγόνια και όσα πρέπει να αλλάξουν στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το κράτος και η κοινωνία τα παιδιά με αυτισμό. Χρειάζεται όλοι να σκύψουμε επάνω τους και να τα φροντίσουμε, όπως κάνουν οι γονείς τους.
Θυμάται τις μέρες που δεν έπαιρνε μεροκάματο, γιατί δεν είχε κόσμο το μαγαζί που δούλευε και δεν είχε χρήματα ούτε για το γάλα της νεογέννητης κόρης της: «Τον παρακάλεσα να μου δώσει χρήματα να πάρω σκόνη γάλα για το παιδί. Δεν μου έδωσε. Ήταν μεγάλη πίκρα για μένα εκείνη η στιγμή».
Για την Μαριώ Κωνσταντινίδου μιλούν ο Χρήστος Νικολόπουλος, με τον οποίο γνωρίστηκε όταν έκαναν και οι δύο τα πρώτα τους βήματα, ο Κώστας Μακεδόνας ο οποίος τη συνάντησε στο ξεκίνημά του, ο Μπάμπης Τσέρτος, ο Χάρης Ρώμας, ο στενός της συνεργάτης Δημήτρης Λίβανος και ο σύζυγός της, Δημήτρης.
Η Μαριώ, θυμάται σημαντικές στιγμές της ζωής της αλλά και την πίκρα της μητέρας της που έχασε την δική της μητέρα στο ταξίδι προς τον Πειραιά, μετά την μικρασιατική καταστροφή, και στη συνέχεια είδε να την πετούν στη θάλασσα. Ύστερα, η οικογένεια σκόρπισε και μόλις λίγα χρόνια πριν βρέθηκε ξανά με τους συγγενείς της.
Σε ένα πρόχειρο απολογισμό της ζωής που κάνει, η Μαριώ συγκινημένη λέει: «Αγαπώ το τραγούδι, αλλά μέσα μου η θλίψη δεν έχει φύγει. Αυτή είναι η αλήθεια. Ένας πόνος υπάρχει πάντα. Όμως, δεν θα άλλαζα τίποτα στη ζωή μου. Με τα καλά της και τα άσχημά της. Και σε άλλη ζωή, πάλι θα τραγουδάω, θα τα λέω, θα τα χώνω, δεν θέλω να αλλάξω τίποτα. Έτσι κύλησε η ζωή μου, αυτή είναι η πορεία μου και έτσι θέλω να μείνει… Απλά δεν θα λυγίσω».
«ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ με την Έλενα Κατρίτση»