ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ: «ΕΧΩ ΜΠΕΙ ΣΤΙΣ ΣΤΙΓΜΕΣ, ΣΤΟΝ ΠΟΝΟ, ΣΤΗ ΧΑΡΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ. ΠΩΣ ΝΑ ΝΙΩΣΩ ΜΟΝΗ ΜΟΥ;»

Πενήντα χρόνια καριέρας, περισσότερα από 1000 τραγούδια… Η Δήμητρα Γαλάνη μιλά στην Έλενα Κατρίτση για μια διαδρομή ζωής στην ελληνική μουσική, που ξεκίνησε στα 16 χρόνια της, όταν ο Δήμος Μούτσης την άκουσε να τραγουδά με μια κιθάρα. Και κάπως έτσι, μπήκαν στη ζωή της, μεγάλοι συνθέτες και στιχουργοί, όπως οι Νίκος Γκάτσος, Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, Σταύρος Ξαρχάκος και ο Βασίλης Τσιτσάνης. Θυμάται, με συγκίνηση την πρώτη φορά που τον συνάντησε και περιγράφει πώς την έπεισε να τραγουδήσει το «Ακρογυαλιές δειλινά».
Από πολύ νέα, η Δήμητρα Γαλάνη αρνήθηκε την τυποποίηση κι αντέδρασε στις πιέσεις των εταιριών, χωρίς να φοβηθεί το ρίσκο. «Ήμουν πολύ κακό παιδί. Πώς είναι κάτι αγρίμια, που τα φυλακίζουν; Προτιμούσα να κάνω αυτό που θέλω κι ας έκανα λάθος». Σε όλη την πορεία της, ποτέ δεν σταμάτησε να αναζητά διαφορετικούς τρόπους έκφρασης, συνεργαζόμενη με νέους καλλιτέχνες. «Πλήττω θανάσιμα να επαναλαμβάνω τον εαυτό μου. Έχω μια απίστευτη περιέργεια… Όταν έρχομαι σε επαφή με νέους δημιουργούς, περιμένω με λαχτάρα να πάρω από αυτούς…».
Μιλά για τα παιδικά της χρόνια και λέει χαρακτηριστικά: «Ήμασταν παιδιά του έρωτα κι όχι της σύμβασης». Θυμάται τις εκδρομές με την οικογένεια, τις κοπάνες που είχαν ξεκινήσει από το Δημοτικό, αλλά και τις αποβολές στο Γυμνάσιο. «Κάποια στιγμή, σοφά η μητέρα μου, χρειάστηκε να δει κι έναν παιδοψυχίατρο, γιατί η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει…».
Έχοντας ζήσει τη χρυσή δεκαετία (’70 – ’80) των μπουάτ, περιγράφει τις εκδηλώσεις θαυμασμού. Σε μία, μάλιστα, από τις εμφανίσεις που έκανε με τον Μανώλη Μητσιά, ένα κομμάτι από το φόρεμά της έμεινε στα χέρια ενός θαυμαστή της!
Ο χειρότερος τύπος ανθρώπου, για εκείνη, είναι «ο βλαξ επηρμένος… Το απρόβλεπτο της βλακείας και της ηλιθιότητας, που πολλές φορές συνοδεύεται και από έπαρση…».
Αν και μοναχικός άνθρωπος, όπως δηλώνει, ποτέ δεν αισθάνθηκε μόνη: «Ζω με μια μεγάλη οικογένεια που λέγεται Ελλάδα. Έχω κάνει παρέα σε ανθρώπους, που δεν είχα φανταστεί. Έχω μπει στις στιγμές τους, στον πόνο τους, στη χαρά τους. Πώς να νιώσω μόνη μου;».