Κυριακή 5 Δεκεμβρίου, στις 16.00, ΕΡΤ1
Στην Κωνσταντινούπολη θα «βρεθούμε» αυτό το κυριακάτικο μεσημέρι με τον Αντώνη Καφετζόπουλο και μέσα από διηγήσεις και εικόνες θα περιδιαβούμε στα σοκάκια του Πέραν, μέχρι να φθάσουμε στο σπίτι που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Πήγαμε στο σχολείο του, το ιστορικό Ζωγράφειο, που βρίσκεται στην ίδια θέση από το 1893, είδαμε τον έλεγχο και τους βαθμούς του, γνωρίσαμε τους δασκάλους και τους συμμαθητές του. Ένα ταξίδι στο χρόνο με τον αγαπημένο και χαρισματικό ηθοποιό αλλά και στη ζωή των Ρωμιών της Πόλης οι οποίοι, με τις απελάσεις του ’64, αναγκάστηκαν οι περισσότεροι να την εγκαταλείψουν.
Μας μιλά για την οικογένειά του και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν όσοι προσπάθησαν να ξανακτίσουν τις ζωές τους. Αλλά και για το πρώτο χαρτζιλίκι που έβγαλε μεταφράζοντας τους υπότιτλους σε τουρκικές ταινίες. Κυρίως όμως για το νοιάξιμο που είχε για τους γονείς του: «Η μαμά μου, που “έφυγε” πέρυσι σε ηλικία εκατό χρόνων, ήταν πάρα πολύ έξυπνη και εξαιρετικά καλή μαγείρισσα. Κατά τ’ άλλα ήταν μια κλασική Κωνσταντινουπολίτισσα νοικοκυρά, με όλα τα καλά και τα κακά. Υπερπροστατευτική, υπερμαμά, υπέρ… όλα αυτά. Δηλαδή ήταν αυτή 80 και εγώ 50 και με έπαιρνε τηλέφωνο να μου πει ότι κάνει ψύχρα σήμερα, να πάρω κάτι ζεστό μαζί μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος. Πέθανε, ξαφνικά. Τότε ήταν οι παρηγορητικές θεραπείες, θέλαμε να τον βοηθήσουμε να μην υποφέρει πολύ. Θυμάμαι το καλοκαίρι ήταν καλά και το φθινόπωρο είχαμε πρεμιέρα στο θέατρο Βρετάνια, κοίταξα απ’ τις κουρτίνες να βεβαιωθώ ότι είχαν καθίσει στις θέσεις τους και μου φάνηκε γερασμένος και άρρωστος. Και έναν μήνα μετά διαγνώστηκε».
«Περνάμε» από την πλατεία Καλλιγά, την εποχή που ο Αντώνης Καφετζόπουλος έπαιζε μουσική κι ήταν ο «Dylan της πλατείας», όπως χαρακτηριστικά λέει. Ήξερε 15-20 τραγούδια του Dylan και τα έπαιζε με μια κιθαρίτσα και μια φυσαρμόνικα.
Κάναμε μια στάση στη θρυλική συναυλία του Μανώλη Αγγελοπούλου το 1983 τότε που, ως παρουσιαστής της βραδιάς, ήταν από αυτούς που συγκέντρωσαν τα πυρά όσων θεωρούσαν ότι οι διοργανωτές βεβήλωσαν με αυτά τα ακούσματα το θέατρο του Λυκαβηττού.
Στεκόμαστε για λίγο στην «Αστροφεγγιά», στο «Μινόρε της Αυγής» στη συνάντηση με την Ρίκα Βαγιάνη. Στον «Άδικο κόσμο» που του έδωσε το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν και τη θεατρική παράσταση «Αμερικανικός Βούβαλος» στην οποία, όπως παραδέχεται, έκανε μία από τις καλύτερες ερμηνείες του. Ήταν όμως και η ευκαιρία να ξεφύγει από την κατάθλιψη που βρισκόταν και που τον ακολουθεί από τα 17 του χρόνια.
Σε μια γρήγορη προσθαφαίρεση σε σχέση με όσα του έχει δώσει ο χρόνος και με όσα του έχει πάρει: «Τα πάντα και τα πάντα. Είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος μπαινοβγαίνει στα σπίτια των άλλων μέσα από την οθόνη, απ’ το θέατρο. Είμαι σε ένα διαφορετικό, ας πούμε, κοινωνικό σημείο από ό,τι ένας οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος ο οποίος δεν ζει αυτή τη ζωή του ατόμου που ως περσόνα, ως ρόλος, έρχεται σ’ επαφή με όλους τους άλλους. Παρ’ όλα αυτά, έχω την πεποίθηση ότι ο χρόνος παίρνει όλα αυτά που θα θέλαμε, που θα ήμασταν και μας δίνει εκατομμύρια καινούργιες ευκαιρίες κάθε μέρα».
Παρουσίαση / Αρχισυνταξία: Έλενα Κατρίτση
Σκηνοθεσία: Κώστας Γρηγοράκης
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γιώργος Μιχελής
Μοντάζ: Παναγιώτης Σταματόπουλος